ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1173 results
Greek Term English Term
με έντονους χαρακτηρες bold
με τη βοήθεια υπολογιστή computer assisted
με ελαφρό χτύπημα flapped
μαρκάρισμα κεφαλής (το) head marking
ΜΓΚ lad / LAD
μαρκαρισμένος,-η,-ο marked
Μαρρισμός (ο) Marrism
Μασάι (η) (γλώσσα) Massai
Ματακοϊκή-Γουαϊκιουρουανική (η) (γλώσσα) Matacoan-Waykuruan
μαρκάρισμα επιπέδου ύφους (το) register marking