ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1173 results
Greek Term English Term
μεγάλο pro (το) big pro
με τη βοήθεια υπολογιστή computer-aided
μεγάλη φωνηεντική μετατόπιση της Αγγλικής (η) English great vowel shift
μεγάλη φωνηεντική μετατόπιση (η) great vowel shift
μεγάλη μετατόπιση φωνήεντος (η) great vowel shift
Μεγάλη Μετατόπιση Φωνήεντος (η) Great Vowel Shift
μέγα-συμφυρμός (ο), υπερ-συμφυρμός (ο), πολλαπλός συμφυρμός (ο) megablend
μεγαδομή megastructure
μεγάλο PRO (το) PRO
με χρόνο tensed