ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
λόγος | discourse |
λόγος στη συνεπαγωγή κοινής λογικής | discourse in common sense entailment (DICE) |
λεξικό διακριτικής συνωνυμίας (το) | discriminating synonymy |
λεξικό διακριτικής συνωνυμίας (το) | distinctive synonymy |
λεξικό Αγγλικής ως ξένης γλώσσας (το) | EFL dictionary |
λεξικογραφία Αγγλικής ως ξένης γλώσσας (η) | EFL lexicography |
λεξικό Αγγλικής ως ξένης γλώσσας (το) | ELT dictionary |
λεξικογραφία Αγγλικής ως ξένης γλώσσας (η) | ELT lexicography |
λεξικό κωδικοποίησης (το), ενεργητικό λεξικό (το) | encoding dictionary |
λήμμα | entry |