ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
κλασικός ορισμός (ο) | classical definition |
κλειστά σύμφωνα (τα) | closed consonants |
κλείσιμο (το) | closure |
κλειδί (το) | key |
κλειστά πίεσης | pressure stops |
κλειδί προφοράς (το) | pronunciation key |
κλειδί αναζήτησης | search key |
κλειδί αναζήτησης | search word |
κλειδί ταξινόμησης | sort(ing) key |
κλειστά οπισθέλκουσας πίεσης | suction stops |