ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1170 results
Greek Term English Term
κατονομασία (η) appellation
καυκασιανές γλώσσες (οι) Caucasian languages
κατιών,-ούσα,-όν falling
Κάτω Γερμανική (η) (γλώσσα) Low German
Κάτω Σαξονική (η) (γλώσσα) Low German
κατώτερη κατηγορία (η) lower category
κάτω γνάθος (η) mandible 
κατώφλι απόκρυψης (το) masked threshold
κατώτερη κοινή (η) substandard
κατώφλι ακοής threshold of hearing