ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1170 results
Greek Term English Term
κραυγή κινδύνου των πουλιών (η) alarm call of birds
κραυγή πουλιών (η) bird call
κόψη της γλώσσας (η) blade
κοχλίας (αυτιού) (ο) cochlea
κοχλιακός πόρος (ο) cochlear duct
κοχλιακό εμφύτευμα (το) cochlear implant
κράση (η) crasis
κρεολή (γλώσσα) creole
Κρεολέζικα του σαλονιού Creole de salon
Κουφική (η) Kufi