ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Κοτσιμί-Γιούμαν (η) (γλώσσα) | Cochimí–Yuman |
κορωνιδικός | coronal (cor, COR) |
κορωνιδικές αρθρώσεις | coronal articulations |
κορωνιδικό χαρακτηριστικό | coronal feature |
κορωνιδικοποίηση | coronalization |
κόστος | cost |
Κοστανοϊκή (η) (γλώσσα) | Costanoan |
κόσα (το) | kosa |
Κούα (η) (γλώσσα) | Kwa |
κόσμος του λόγου | universe of discourse |