ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
εκπλήρωση (η), κατόρθωμα (το) | accomplishment |
εκπληρώσεις (οι), κατορθώματα (τα) | accomplishments |
εκπνευστική ομάδα (η) | breath group |
εκπαιδευτική γλωσσολογία (η) | educational linguistics |
Εκπαιδευτική γλωσσολογία (η) / παιδαγωγική γλωσσολογία (η) | educational linguistics / pedagogical linguistics |
εκπνευστικοί φθόγγοι | eggresive sounds |
εκπνευστικός μηχανισμός του ρεύματος αέρα | egressive airstream mechanism |
εκπαιδευτική κάρτα (η) | flashcard |
εκπαιδευτικός | teacher |
εκπαίδευση του χρήστη (η) | user education |