ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1747 results
Greek Term English Term
εξωτερική απόδειξη σωμάτων κειμένων (η) corpus-external evidence
εξωτερικευμένη γλώσσα e-language
εξωτερικές συνθήκες επάρκειας (οι) external conditions of adequacy
Εξωτερική απόδειξη (η) external evidence
Εξωτερική απόδειξη (η) external evidence
εξωτερικευμένη γλώσσα externalized language
εξωπυρηνικός extranuclear
εξωσυλλαβικός extrasyllabic
εξωσυλλαβικότητα extrasyllabicity
εξωτερικά τριχοειδή κύτταρα (τα) outer hair cells