ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1159 results
Greek Term English Term
δεδομένος,-η,-ο given
δεδομένος,-η,-ο given vs new
ΔΕΕΓ (Διεθνής Ένωση Εφαρμοσμένης Γλωωσολογίας) (η) AILA
δείγμα sample
δείγμα (το) token
Δείγμα (το), έκτυπο (το) token
δείγμα Augustan Prose (το) Augustan Prose Sample
δειγματική καταχώρηση (η) specimen entry
δειγματικό κόρπους (το) sample corpus
δειγματολήπτης sampler