ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

61 results
Greek Term English Term
ψυχολογία Γκεστάλτ (η) gestalt psychology
ψυχολεξικολογία (η) psycholexicology
Ψυχογλωσσωλογική Βάση Δεδομένων του MRC (Συμβουλίου Ιατρικής Έρευνας) (η) MRC Psycholinguistic Database
ψυχογλωσσολογικός-ή-ό psycholinguistic
Ψυχογλωσσολογική Βάση Δεδομένων της Οξφόρδης (η) Oxford Psycholinguistic Database
Ψυχογλωσσολογία psycholinguistics
ψυχοακουστικός  psychoacoustician
ψυχοακουστική psychoacoustics
Ψυχικού πάθους (του) psych
ψιθυριστή/σιωπηλή ανάγνωση (η) subvocal reading