ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
θεωρία της διαμεσολάβησης (η) | mediation theory |
ιατρική λεξικογραφία (η) | medical lexicography |
μεσαιωνική γραμματική (η) | medieval grammar |
μεσοραχιαίος,-η,-ο | medio-dorsal |
μεσοραχιαιοουρανικός,-ή,-ό | medio-dorso-velar |
μεσοπαθητικός,-ή,-ό | mediopassive |
μεσοδομή (η) | mediostructure |
μέσο (το) | medium |
μέσο διδασκαλίας (το) | medium of instruction |
μέσο ρήμα (το) | medium verb |