ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
άσκηση με νόημα (η) | meaningful drill |
νοηματική μάθηση (η) | meaningful learning |
μάθηση με νόημα (η) | meaningful learning |
Ζ. Σμυρναίου (https://eclass.uoa.gr/modules/document/file.php/PPP595/Θεωρίες%20Μάθησης.docx) | meaningful learning |
σημασιακή πληρότητα (η) | meaningfulness |
σημασιακότητα (η) | meaningfulness |
σημασιακή κενότητα (η) | meaninglessness |
Κόρπους Υπολογισμού Επαναχρησιμοποίησης Κειμένων (το) | Measuring Text Reuse (METER) Corpus |
μηχανικό λεξικό (το), ηλεκτρονικό λεξικό (το) | mechanical dictionary |
μηχανική άσκηση (η) | mechanical drill |