ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
σχεδιασμός υποβοηθούμενος από υπολογιστή (ο) | Computer-Aided Design |
λεξικό με τη βοήθεια υπολογιστή (το) / ηλεκτρονικό λεξικό (το) | computer-aided dictionary |
λεξικογραφία με τη βοήθεια υπολογιστή | computer-aided lexicography |
ορολογική εργασία με τη βοήθεια υπολογιστή | computer-aided terminology work |
μετάφραση με τη βοήθεια υπολογιστή | computer-aided translation |
λεξικό με τη βοήθεια υπολογιστή (το)/ ηλεκτρονικό λεξικό (το) | computer-assisted dictionary |
λεξικογραφία με τη βοήθεια υπολογιστή (η) / υπολογιστική λεξικογραφία (η) | computer-assisted lexicography |
λεξικό με τη βοήθεια υπολογιστή (το) / ηλεκτρονικό λεξικό (το) | computer-based dictionary |
λεξικογραφία με τη βοήθεια υπολογιστή (η) / υπολογιστική λεξικογραφία (η) | computer-based lexicography |
υπολογιστική λεξικογραφία (η) | computer-enhanced lexicography |