ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
λογοπαίγνιο (το) | play on words |
αναπαραγωγή (η) | playback |
πλεονασμός (ο) | pleonasm |
πλεοναστικός,-ή,-ό | pleonastic |
πλεοναστικό do (το) | pleonastic do |
πλεοναστική αντωνυμία (η) | pleonastic pronoum |
πλεοναστικός κανόνας (ο) | pleonastic rule |
πληρηματική (η) / πληρωματική (η) | plerematics |
πλήρωμα (το) | plereme |
πλήρημα (το) | plereme |