ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
απολαβή (η) | gain |
κέρδος (το) | gain |
Γαλατική (η) (γλώσσα) | Galatian |
Γκαλεσιανά (τα) | Galician |
Γκάλλα (η) (γλώσσα) | Galla |
Γαλικιανή (η) (γλώσσα) | Gallego |
Γαλατορομανική (η) (γλώσσα) | Gallo-Romance |
μόριο φατικής επικοινωνίας (το) | gambit |
παιχνίδι (γλωσσικό) (το) | game |
παιγνιο-θεωρητική σημασιολογία (η) | game-theoretical semantics |