ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
οισοφαγικός-ή-ό esophageal
εσωτερική γλώσσα (η) esoteric language
εσωτερογένεια (η) esoterogeny
Αγγλικά για Ειδικούς Σκοπούς (τα) ESP
Λεξικό Αγγλικών για Ειδικούς Σκοπούς (το) ESP dictionary
λεξικογραφία Αγγλικών για Ειδικούς Σκοπούς (η) ESP lexicography
Εσπεράντο (Διεθνής Τεχνητή) Esperanto
τεστ δοκιμίου (το) essay test
ουσία essence
ουσιώδεςχαρακτηριστικό essential characteristic