ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| αναπαρίσταμαι | Be represented |
| σχετίζομαι σειριακά | Be serially related |
| αλγόριθμος αναζήτησης δέσμης (ο) | beam search algorithm |
| κρούση (η) | beat |
| (ρυθμικός) κτύπος (ο) | beat |
| Διακρότημα (το), κρούση (η) | beat |
| επιχείρημα της οξιάς (το) | beech argument |
| αρχάριος-α-ο | beginner |
| νόμοι του Behaghel (οι) | Behaghel’s laws |
| δασέα (τα) | behaucht |