ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
χρονική υστέρηση (η) lag
καθυστέρηση (η), χρονική υστέρηση (η), βράδυνση (η) lag
Λακότα (η) (γλώσσα) Lakhota
εξωθητικά της Λακότα (τα) Lakhota ejectives
Λακο-Νταργκική (η) (γλώσσα) Lako-Dargwa
λέξεις βαβίσματος (οι) Lallwörter
λάμδα (το) lambda (λ)
αφαίρεση λάμδα (η) lambda abstraction
λογισμός λάμδα (ο) lambda calculus
μετατροπή λάμδα (η) lambda conversion