ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| λεπτότητα | delicacy |
| λεπτομέρεια | delicacy |
| Λεπτότητα (η), λεπτομέρεια (η) | delicacy |
| λεπτός | delicate |
| λεπτομερής | delicate |
| οριοθετικός-ή-ό | delimitative |
| οριοθετική λειτουργία (η) | delimitative function |
| οριοθέτης | delimiter |
| διακριτικό χαρακτηριστικό | delimiting characteristic |
| αποσύνδεση | delink |