ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
διάγραμμα Βεν (το) Venn diagram
κοιλιακός-ή-ό ventricular
Βεπς (η) (γλώσσα) Veps
ρήμα (το) verb
ρηματικός,-ή,-ό verb
ρηματική ορισματική δομή (η) verb argument constructions
κατηγορία ρήματος verb category
συμπλήρωμα ρήματος verb complement
ρήμα δράσης (το) verb of action
ρήμα αλλαγής (το), μετασχηματιστικό ρήμα (το) verb of change