ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
σκοτεινό πλευρικό | dark lateral |
σκληρό σύμφωνο (το) | hard consonant |
σκληρός ουρανίσκος (ο) | hard palate |
Σκληρό σημάδι (το) | hard sign |
σκοτικα γαελικα | Scottish Gaelic |
Σκραμπλ (το) | Scrabble |
σκιώδης αντωνυμία (η) | shadow pronoun |
σκελετικός άξονας (ο) | skeletal tier |
σκελετός (ο) σκελετικό επίπεδο (το) | skeleton |
σκέπτεσθαι με σκοπό το ομιλείν (το), σκέψη με σκοπό την ομιλία (η) | thinking for speaking |