ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Ρωσική | Russian |
Ρουάντα (η) (γλώσσα) | Rwanda |
Ρίου Κίου (η) (γλώσσα) | Ryukyu |
ρυθμός δειγματοληψίας | sample rate |
ρήμα ψυχικού πάθους | semantic equipollent |
ρύθμιση (η) | setting |
ρυθμός ομιλίας | speech rate |
ρεπερτόριο ομιλίας (το) | speech repertoire |
ρυθμός ομιλίας (ο) | speech rhythm |
ρηματονοματικό συνεχές (το) | squish |