ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
ρομαντισμός | romanticism |
Ρομανικός,-ή,-ό | Romance |
ρομανικές γλώσσες | romance languages |
Ρομανί (η) (γλώσσα) | Romany |
Ρομά (ο,η) | Gypsy |
ρόλος του συμμετέχοντος (ο) | participant role |
Ρόλος του συμμετέχοντος (ο) | participant role |
ρόλος ιδιοτήτων δράστη (ο) | agentive qualia role |
ρόλος (ο) | role |
ρόλος | rule |