ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
προσθετική δι(πλό)γλωσση εκπαίδευση (η) | additive bilingual education |
προσθετικός-ή-ό | additive |
πρόσθετο κλειδί ταξινόμησης (το) | additional sortkey |
προσθήκη (η) | addendum |
προσαρμοστική διαφορική παλμοκωδική διαμόρφωση (η) | adaptive differential pulse code modulation |
προσαρμοστικός,-ή,-ό | adaptive |
προσαρμογή (η) | adaptation |
προσαρμόσιμος,-η,-ο | adaptable |
πρόβλημα της ενεργοποίησης (το) | actuation problem |
πραγματικές έναντι πιθανών λέξεις (οι) | actual v. potential words |