ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
μικρό/πεζό γράμμα (το) | lower case |
μικρογλωσσολογικός,-ή,-ό | microlinguistic |
μικρογλωσσικός,-ή,-ό | microlinguistic |
μικρογλωσσία (η) | microlinguistics |
μικροέννοια (η) | microsense / micro-sense |
μικροδεξιότητες (οι) | micro-skills |
μικροδομή (η) | microstructure |
μικροδιδασκαλία (η) | microteaching |
μικροθησαυρός (ο) | microthesaurus |
μικροδεξιότητες (οι), επιμέρους δεξιότητες (οι) | part skills |