ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1173 results
Greek Term English Term
μιγαδική γλώσσα creole
μιγαδοποίηση creolisation
μιγαδοποίηση creolization
μιγαδοποιώ creolize
Μιάο-Γιάο (η) (γλώσσα) Miao-Yao
Μιεν (η) (γλώσσα) Mien
Μιγκρελιανή (η) (γλώσσα) Mingrelian
Μίγουοκ-Κοστανοϊκή (η) Miwok-Costanoan
μι(μ) mu(μ)
μικρή γραμματική (η) toy grammar