ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
μακροδομή (η) | macrostructure / macro-structure |
μακρογλωσσολογικός,-ή,-ό | macrolinguistic |
Μακρογλωσσολογία (η) | macrolinguistics |
μακρογλωσσικός,-ή,-ό | macrolinguistic |
μακρο-Χε (η) (γλώσσα) | Macro-Gê |
μακρο-Χε (η) (γλώσσα) | Macro-Je |
Μακρο-Πενουτιανή (η) (γλώσσα) | Macro-Penutian |
Μακρο-Μάγια (η) (γλώσσα) | Macro-Mayan |
Μακρο-Καριβική (η) | Macro-Carib |
Μακρο-Γουαϊκιουρουανική (η) (γλώσσα) | Macro-Waykuruan |