ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
μεταβλητή τόνου (η) | bar variable |
μεταβολή / διατήρηση της σημασίας (η) | meaning-changing /-preserving |
μεταγλώσσα (η) | metalanguage |
Μεταγλωσσικός-ή-ό, μεταγλωσσολογικός-ή-ό | metalinguistic |
μεταγλωσσική επίγνωση (η) | metalinguistic awareness |
μεταγλωσσική άρνηση (η) | metalinguistic negation |
μεταβολή φθόγγου | sound change |
μεταβολή, μετατόπιση φθόγγου | sound-change |
μεταβλητότητα | variability |
μεταβλητός,-ή,-ό | variable |