ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

616 results
Greek Term English Term
λειτουργική σύνθεση (η) functional composition
λειτουργικό βάρος (το) functional load
Λειτουργικό βάρος (το) / Λειτουργική απόδοση (η) functional load / functional yield
λειτουργική σημασία (η) functional meaning
λειτουργική φωνητική (η) functional phonetics
λειτουργική φράση (η) functional phrase
λειτουργική προοπτική της πρότασης (λππ) (η) functional sentence perspective (fsp)
λειτουργική τυπολογία (η) functional typology
λειτουργικό βάρος (το) functional yield
Λειτουργική σύνθεση (η) Functional/function composition