ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1170 results
Greek Term English Term
Κοκάμα (η) Cocama
Κόκνι (η) (διάλεκτος) Cockney
κολεγιακό λεξικό (το) college dictionary
κολεγιακό λεξικό (το) collegiate dictionary
Κομανική (η) (γλώσσα) Koman
κόμβος (ο) node
κοινωνιοφωνητικός,-ή,-ό sociophonetic
Κοινωνιοφωνητική (η) sociophonetics
Κοινωνιοφωνολογία (η) sociophonology
κοινωνιοσημασιολογία (η) sociosemantics