ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term | 
|---|---|
| βιογραφικό λεξικό (το) | biographical dictionary | 
| βιογραφικές πληροφορίες (οι) | biographical information | 
| βιογραφική λεξικογραφία (η) | biographical lexicography | 
| βιολογική γλωσσολογία (η) | biological linguistics | 
| βιοπρόγραμμα (το) | bioprogram | 
| Βιρμανικά (τα) | Burmese | 
| βιωματισμός | emotivism | 
| βιωματικά εγκεφαλικά δυναμικά | event-related brain potentials (ERP) | 
| βιολογικά καθορισμένη συμπεριφορά (η) | innately guided behaviour | 
| Βιρμανικά (τα) | MY |