ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1747 results
Greek Term English Term
επιτέλεση (η), επίτευγμα/επίτευξη (η) achievement
εξέταση επιτέλεσης (η) achievement test
επιτελέσεις (οι) achievements
ΕΥΓ: Ένωση για την Υπολογιστική Γλωσσολογία (η) ACL
εργασία Acquilex (η) Acquilex Projects
επίκτητη δυσλεξία (η) acquired dyslexia
επίκτητη γλωσσική διαταραχή (η) acquired language disorder
εδώ across-the-board
ενέργεια (η) action
ενεργοποίηση (η) activation