ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
αποδέχομαι | accept |
αποδεκτότητα (η) | acceptability |
βαθμός αποδεκτότητας (ο) | acceptability rating |
κριτήριο/τεστ αποδεκτότητας (το) | acceptability test |
κριτήρια αποδεκτότητας (τα) | acceptability tests |
τεστ αποδεκτότητας (το) | acceptability tests |
αποδεκτός,-ή,-ό | acceptable |
αποδεκτή εναλλακτική μέθοδος (η) | acceptable alternative method |
μέθοδος της αποδεκτής λέξης (η) | acceptable word method |
αποδοχή (η) | acceptance |