ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| αντιθετικός υποχαρακτηρισμός | contrastive under specification |
| αντιθετικότητα (η) | contrastivity |
| ελέγχω | control |
| έλεγχος | control |
| Έλεγχος (ο) | control |
| αρχή ελέγχου της συμφωνίας (η) | control agreement principle (CAP) |
| δέσμευση ελέγχου | control bounding |
| χαρακτήρας ελέγχου | control character |
| περιορισμός ελέγχου | control constraint |
| λειτουργία ελέγχου | control function |