ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| επίσημα κατάστασης (το), χαρακτηρισμός κατάστασης (ο) | status label |
| προγραμματισμός κοινωνικής θέσης | status planning |
| σύμβολο/επίσημα κατάστασης (το), χαρακτηρισμός κατάστασης (ο) | status symbol |
| σταθερή κατάσταση | steady-state |
| φθόγγοι σταθερής κατάστασης (οι) | steady-state sounds |
| θέμα (το) | stem |
| ρίζα | stem |
| λεξικό θεμάτων (το) | stem dictionary |
| αναζήτηση μέσω ρίζας | stem search, degradation |
| θεματικό φωνήεν (το) | stem vowel |