ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
απεριόριστη γραμματική (η) unrestricted grammar
οποιοδήποτε κείμενο unrestricted text
μη στρογγυλό φωνήεν unround vowel
μη στρογγυλός,-ή,-ό unrounded
μη στρογγυλωμένος,-η,-ο unrounded
Μη στρογγυλός-ή-ό, μη στρογγυλωμένος-η-ο Unrounded, non-rounded
αποστρογγυλοποίηση (η) unrounding
απαλοιφή απροσδιόριστου αντικειμένου (η) unspecified object deletion
άτονος-η,-ο unstressed
δυναμικά μη τονισμένος-η-ο unstressed