ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
προσαρτημένη αναφορική πρόταση (η) | adjoined relative clause |
προσάρτηση (η) | adjunction |
προσαρτηματικός,-ή,-ό | adjunctival |
Προσάρτηση κατά Τσόμσκι (η) | Chomsky adjunction |
Προσάρτηση κατά Τσόμσκι (η) | Chomsky-adjunction |
προσάρτηση κατά Chomsky (η) | chomsky-adjunction |
προσάρτηση ποσοδεικτών | quantifier adjunction |
προσάρτηση σε αδελφικό κόμβο (η) | sister adjunction |
προσάρτηση αδέσποτης συλλαβής | stray syllable adjunction |
προσάρτηση ετικέτας | tagging |