ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| μοντέλο γραμματικής (το) | grammatical model |
| μονοφωνηματική ταξινόμηση (η) | monophonematic classification |
| μονοφώνημα (το) | monophoneme |
| μονόφθογγος (ο,η) | monophthong |
| μονόφθογγος,-η,-ο | monophthong |
| μονοφθογγοποίηση (η) | monophthongisation |
| μονοφθογγοποίηση (η) | monophthongization |
| μονοφθογγοποιώ | monophthongize |
| μονότονος-η-ο, μονοτονικός-ή-ό | monotone |
| μονοφώνημα (το) | pure vowel |