ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| μονοστρωματικός,-ή,-ό | monostratal |
| μονοσύλλαβος,-η,-ο | monosyllabic |
| Μονοσυλλαβος-ή-ό, Μονοσυλλαβικός-ή-ό | monosyllabic |
| μονοσυστημικός,-ή,-ό | monosystemic |
| μονοσυστημική φωνολογία | monosystemic phonology |
| μονοτονικός,-ή,-ό | monotonic |
| μονοτονικότητα (η) | monotonicity |
| μονοσθενής,-ής,-ές | monovalent |
| μονοσθενής κατηγορία (η) | monovalent category |
| μονοσύνολο (το) | singleton |