ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1173 results
Greek Term English Term
μη α-δέσμευση (η) (αναφορική δέσμευση σε θέση μη ορίσματος), αναφορική δέσμευση σε μη οργανική θέση (η) a-bar binding
μη Α-μετακίνηση (η) A-bar-movement
μετωπικός επεξεργαστής (ο) front-end processor
μετώνυμο (το) metonym
μετωνυμικός,-ή,-ό metonymic
μετωνυμικό ΕΓΜ (Εξιδανικευμένο Γνωσιακό Μοντέλο) (το) metonymic ICM
μετωνυμία (η) metonymy
μη pro drop γλώσσα (η) non pro-drop language / non-pro-drop language
μετωπική ομιλία speech front-end
μετωπικό κύμα wave front