ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1170 results
Greek Term English Term
Κοινοτική Εκμάθηση Γλώσσας (η) Community Language Learning
κοινωνική δείξη social deixis
κοινωνική διάλεκτος social dialect
κοινωνική διαλεκτολογία (η) social dialectology
κοινωνική απόσταση (η) social distance
κοινωνική λειτουργία (η) social function
κοινωνικά στερεότυπα (τα) social stereotypes
Κοινωνική διαστρωμάτωση (η) social stratification
κοινωνική ποικιλία social variation
Κοινωνική διεπιδραστκότητα/ αλληλεπίδραση / διεπίδραση (η) social-interactionism