ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Διακρότημα (το), κρούση (η) | beat |
διακύμανση | contour |
διακριτικός | diacritics |
διακριτικότητα των στοιχείων | discreteness of elements |
διακριτικό χαρακτηριστικό | distinctive feature |
διακριτότητα (η) | distinctiveness |
διακύμανση (η) | fluctuation |
διακύμανση τονικού ύψους (η) | pitch contour |
διακύμανση δυναμικού τόνου | stress contour |
διακύμανση | variance |