ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| Δέσμη Εργαλείων Γραφημάτων Επισημείωσης (η) | Annotation Graph Toolkit (AGTK) |
| δεσμεύω | bind |
| Δεσμεύω/-ομαι αναφορικά, συνδέω/-ομαι αναφορικά | bind |
| Δεσμευτικότητα (η) | bondedness |
| Δεσμευτικότητα (η) | boundedness |
| δεσμευτικότητα (η) | boundness |
| Δεσμίδα (η), δέσμη (η) | bundle |
| Δεσμίδα (η), δέσμη (η) | bundle |
| δεσμίδα ισογλώσσων (η) | bundle of isoglosses |
| δεσμευτικότητα (η) | committedness |