ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
δεοντικός-ή-ό | deontic |
δεοντική λογική (η) | deontic logic |
δεοντική τροπικότητα | deontic modality |
δεξιότητες χρήσης λεξικού (οι) | dictionary skills |
δεξιότητες χρήσης λεξικού (οι) | dictionary-using skills |
δεξιά συστάδα (η) | right wrap |
δεξιάς κεφαλής | right-headed |
δεξιότητες (οι), ικανότητες (οι) | skills |
δεξιότροπες κάθετοι (οι) | slanted brackets |
δεξιότητες μελέτης (οι) | study skills |