ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
αληθινός αρχάριος (ο) | true beginner |
αληθινό δίδυμο (το) | true geminate |
αποκοπή | truncation |
αλήθεια | truth |
Αληθοσυνάρτηση (η) | truth function |
αληθοσυναρτησιακός-ή-ό | truth functional |
αληθοεπής-ές | truth functional |
αληθοσυναρτησιακό συνδετικό (το) | truth functional connective |
αληθοτιμή | truth value |
αληθοσυναρτησιακός,-ή,-ό | truth-functional |