ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
θεωρία συνθετότητας (η) | complexity theory |
συνθήκη συμμόρφωσης | compliance condition |
συμμορφούμενος-η-ο | compliant |
συστατικό (το) | component |
Σημασιακό συστατικό (το), τομέας (ο) | component |
σημασιακά συστατικά | componential |
τομέας (ο) | componential |
σημασιακή ανάλυση | componential analysis |
Ανάλυση σε σημασιακά συστατικά (η) | componential analysis |
σημασιακά συστήματα | components |