ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
θεωρία συνθετότητας (η) complexity theory
συνθήκη συμμόρφωσης compliance condition
συμμορφούμενος-η-ο compliant
συστατικό (το) component
Σημασιακό συστατικό (το), τομέας (ο) component
σημασιακά συστατικά componential
τομέας (ο) componential
σημασιακή ανάλυση componential analysis
Ανάλυση σε σημασιακά συστατικά (η) componential analysis
σημασιακά συστήματα components