ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
Πρώτη Μετατόπιση Συμφώνων στις Γερμανικές Γλώσσες (η) First Germanic Consonant Shift
πρώτη γλώσσα first language
κατάκτηση πρώτης γλώσσας first language acquisition
Κατάκτηση πρώτης γλώσσας (η), απόκτηση πρώτης γλώσσας (η) first language acquisition
μικρό όνομα (το) first name
κατηγορικός λογισμός πρώτης τάξης first order logic
πρώτο σκέλος first part
πρώτο πρόσωπο (το) first person
τύποι πρώτου προσώπου (οι) first person forms
εγκλειστικός πληθυντικός first plural inclusive