ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| αφαίρεση (η) | abstraction |
| αφαίρεση ιδιότητας (η) | abstraction of a property |
| αντιπαράθεση του αφηρημένου (η) | abstractness controversy |
| μετάπτωση (η) | Abstufung |
| μετάπτωση (η) | Abtönung |
| λάθος χρήση (η) | abusage |
| κακομεταχείριση (η) | abuse |
| κακομεταχειρίζομαι | abuse |
| ακαδημαϊκό λεξικό (το) | academic dictionary |
| ακαδημαϊκή λεξικογραφία (η) | academic lexicography |