ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| νεωτερισμός ομιλητή (ο) | speaker innovation |
| αναγνώριση ομιλητή (η) | speaker recognition |
| επαλήθευση ομιλητή(η) | speaker verification |
| αναφορά του ομιλητή (η) | speaker’s reference |
| ανικανότητα ομιλίας | speaking disability |
| τύπος των Σπίαρμαν και Μπράουν (ο) | spearman-brown formula |
| χαρακτ | spec |
| συμφωνία χαρακτηριστή-κεφαλής (η) | spec/head agreement |
| ειδικός χαρακτήρας | special character |
| ειδικό/εξειδικευμένο λεξικό (το) | special dictionary |